Η Ανάσταση του Χριστού πλημμυρίζει τα πάντα με φως. Οι πιστοί με αναμμένες λαμπάδες ψάλλουν τον επινίκιο ύμνο «Χριστός Ανέστη», μέσα στις ολοφώτιστες εκκλησίες. Και ένα αναστάσιμο τροπάριο λέει χαρακτηριστικά: «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια»…
«Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν. πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἕν ὃ γέγονεν. ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων. καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν. Ἐγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρὰ Θεοῦ, ὄνομα αὐτῷ Ἰωάννης· οὗτος ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν, ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός, ἵνα πάντες πιστεύσωσιν δι’ αὐτοῦ. οὐκ ἦν ἐκεῖνος τὸ φῶς, ἀλλ’ ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός. Ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον, ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω. εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον. ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ, οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ’ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν. Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας. Ἰωάννης μαρτυρεῖ περὶ αὐτοῦ καὶ κέκραγεν λέγων· οὗτος ἦν ὃν εἶπον, ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν. Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος· ὅτι ὁ νόμος διὰ Μωϋσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο».
«Θεὸς ἦν ὁ Λόγος»
Η Ανάσταση του Χριστού πλημμυρίζει τα πάντα με φως. Οι πιστοί με αναμμένες λαμπάδες ψάλλουν τον επινίκιο ύμνο «Χριστός Ανέστη», μέσα στις ολοφώτιστες εκκλησίες. Και ένα αναστάσιμο τροπάριο λέει χαρακτηριστικά: «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια». Γιατί όμως η Ανάσταση του Κυρίου εορτάζεται μέσα σε τόσο φως και συνδυάζεται τόσο στενά με την έννοια του φωτός; Διότι στην Ανάσταση του Χριστού η ανθρωπότητα οφείλει μια μοναδική αποκάλυψη: Την αποκάλυψη της θεότητας του Ιησού Χριστού. Ότι ο Κύριος Ιησούς ήταν ο Υιός του Θεού, ο Λόγος, όπως το διετύπωσε ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Θεὸς ἦν ὁ Λόγος». Μέσα στο φως της Αναστάσεως μπορούμε πλέον να δούμε ολοκάθαρα τα βασικά χαρακτηριστικά της θείας προσωπικότητας του Ιησού Χριστού.
Υιός Θεού
Ο Ιησούς γεννήθηκε μέσα στο φτωχικό σπήλαιο της Βηθλεέμ. Πολύ λίγοι ήταν οι αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες των μοναδικών γεγονότων, που συνέβησαν κατά την νύχτα εκείνη της γεννήσεώς του. Αλλά και έπειτα ο Ιησούς έζησε ως ένας φτωχός εργάτης και ήταν γνωστός ως «τοῦ τέκτονος υἱός» (Ματθ. ιγ´ 55). Κανείς -ούτε και αυτοί ακόμη οι μαθητές τουδέν είχαν αντιληφθεί ότι ο Ιησούς ήταν ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού. Ο θριαμβευτής του θανάτου και του Άδη. «Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής» (Ἡσ. θ´ 6).
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης εμβαθύνει στη θεία προσωπικότητα του Αναστάντος Χριστού και γράφει: Ο Υιός του Θεού, που γεννήθηκε από τον Πατέρα, ο Λόγος, το δεύτερο πρόσωπο της θεότητας, που υπήρχε πάντοτε πλησίον του Θεού, αυτός, που ήταν τέλειος Θεός, αυτός έγινε άνθρωπος και ήλθε και έζησε μαζί μας και εμείς είδαμε με τα μάτια μας και πιστοποιήσαμε ότι πραγματικά αυτός ήταν ο μονογενής Υιός του Θεού: Ο Ιησούς Χριστός. Μετά την Ανάσταση όλοι οι πιστοί μαθητές του Χριστού, μαζί με τον Θωμά, με μια φωνή διακηρύττουν: «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεὸς μου» (Ιωάν. κ´ 28).
Η Αλήθεια
Είχε πεί ο Ιησούς: «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια… ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου» και ότι «εἰς τοῦτο γεγέννημαι… ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ» (Ιωάν, ιδ´ 5, η´ 12, ιθ´ 37). Όμως η διδασκαλία του πολεμήθηκε όσο τίποτα άλλο επάνω στη γη και το φως της φάνηκε ότι έσβησε μέσα στο πυκνό σκοτάδι του φρικτού Γολγοθά. Με τον θάνατο του διδασκάλου έσβησαν και οι ελπίδες των μαθητών του: «Ἡμεῖς ἠλπίζομεν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ»! (Λουκ. κδ´ 21).
Με την Ανάσταση όμως του Κυρίου η αλήθεια νικά. Το φως της θριαμβεύει. Ο απόστολος Παύλος συλλογίζεται την τεράστια αυτή συνέπεια της Αναστάσεως και λέει: «Εἰ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν» (Α´ Κορινθ. Ιε´ 14). Όμως «νυνὶ Χριστὸς ἐγήγερται» και η Ανάστασή του δίνει απροσμέτρητο κύρος και δύναμη στο κήρυγμα της πίστεως. Με την Ανάσταση του Κυρίου η διδασκαλία του τοποθετείται επάνω στη λυχνία της ανθρωπότητας και φωτίζει τον κόσμο και την ιστορία. Το Ευαγγέλιο του Χριστού, ο λόγος του, είναι πιά «τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον».
Η Ζωή
Ο Κύριος Ιησούς είχε ακόμη διακηρύξει: «Ἐγώ εἰμι ἡ ζωή» (Ιωάν. ιδ´ 6). Αλλά και ο λόγος του αυτός παρέμεινε ακατανόητος. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και ο θάνατός του και η ταφή του τον παρουσίαζαν σαν έναν άνθρωπο θνητό, που ακολουθεί τον κοινό δρόμο του θανάτου και της φθοράς. Η Ανάσταση όμως αποκάλυψε ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν πράγματι η ζωή, την οποία δεν μπορούσε να κρύψει ο τάφος.
Σε Αυτόν, τον Υιό του Θεού, τον Δημιουργό του σύμπαντος, τον νικητή του θανάτου, ακατάπαυστοι ας αναπέμπωνται οι ύμνοι της χαράς, της λατρείας και της αιώνιας ευγνωμοσύνης μας.
Πηγή: Περιοδικό ΖΩΗ, τεύχος Απριλίου 2022