Αν δεν μπορεί να υπάρχει βιολογική ζωή χωρίς την υλική τροφή, πολύ περισσότερο δεν μπορεί να υπάρχει πνευματική ζωή, χωρίς τη συμμετοχή μας στο Ποτήριο της ζωής. Το είπε καθαρά ο Κύριος. «Ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς».
«Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην. Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. Ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμᾶσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. Καὶ εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου».
«Ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς»
Ποιο είναι το δείπνο το μέγα το οποίο ετοίμασε ο οικοδεσπότης εκείνος; Οι άγιοι Πατέρες διά μέσου των αιώνων, και μαζί τους ολόκληρη η Εκκλησία εννόησαν κατ᾿ αρχήν την θεία Ευχαριστία, το θειότατο μυστήριο της Θείας Κοινωνίας.
Αυτό το δείπνο πρωτοετοιμάστηκε, ως γνωστόν, κατά το εσπέρας της Μ. Πέμπτης. Στο τέλος του επίγειου βίου Του, λίγο προ της σταυρικής Του θυσίας, μέσα σε μια ιερή ατμόσφαιρα, ο Κύριος παρέδωσε το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Μετέβαλε, διά της θείας Του ευλογίας και παντοδυναμίας, τον άρτο και τον οίνο σε σώμα Του και αίμα Του και κοινώνησε ο ίδιος τους δώδεκα εκείνους μαθητές και συνδαιτυμόνες Του.
Τους έδωσε σαφή και συγκεκριμένη εντολή: «τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν». Αυτό που είδατε ότι έκανα εγώ, να κάνετε και σείς, για να με θυμάστε εμένα και τον για σας σταυρικό θάνατό μου. Και εκείνοι πιστοί στην εντολή του Αρχηγού τους, τελούσαν από την ημέρα της Πεντηκοστής το θειότατο μυστήριο. Και η Εκκλησία από τότε και μέχρι σήμερα και πάντοτε μέχρι της συντελείας των αιώνων θα το επαναλαμβάνει.
Κάθε Κυριακή και κάθε γιορτή, από χιλιάδες ιερατικά χείλη ακούγονται και επαναλαμβάνονται τα Κυριακά λόγια κατά την ίδρυση του μυστηρίου: «λάβετε, φάγετε, τοῦτο ἐστὶ τὸ σῶμα μου… Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτο ἐστὶ τὸ αἷμα μου, τὸ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν καὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Και στο τέλος όταν πλέον το δείπνο είναι έτοιμο, ο λειτουργός μας καλεί: «Μετὰ φόβου Θεοῦ πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε». Τα λόγια αυτά είναι τα ίδια με τα λόγια της ευαγγελικής περικοπής. «Ἔρχεσθε ὅτι ἕτοιμά ἐστι πάντα». Και το δείπνο, το οποίο σε χιλιάδες ιερά θυσιαστήρια ετοιμάζεται, είναι ακριβώς το ίδιο, με εκείνο, το πρώτο δείπνο, το οποίο ετοιμάσθηκε από τον Κύριο στο υπερώο της Ιερουσαλήμ.
Προσκεκλημένοι; Είμαστε όλοι. Όλοι οι Χριστιανοί· «Πίετε ἐξ αὐτοῦ π ά ν τ ε ς». Ποια όμως είναι η πραγματικότητα; Ποια η ανταπόκριση στη βασιλική πρόσκληση; Δυσάρεστη και αποκαρδιωτική ίσως. Πολλοί φέρνουν διάφορες δικαιολογίες, σαν τους ανθρώπους της ευαγγελικής παραβολής. Ενώ ήταν προσκεκλημένοι δεν δέχτηκαν, αρνήθηκαν την πρόσκληση. Ο πρώτος είπε ότι έχει αγοράσει κάποιο αγρό και έχει ανάγκη να πάει να τον δεί. Ο δεύτερος ότι έχει αγοράσει κάποια ζώα και πηγαίνει να τα δοκιμάσει. Και ο τρίτος ότι έχει νυμφευθεί και δεν μπορεί να έλθει.
Δεν θα μπορούσε όμως και το ένα και το άλλο να γίνει; Ο οικοδεσπότης τους καλούσε σε δείπνο. Δεν τους ήθελε συνεχώς κοντά του. Την επομένη θα είχαν όλο το χρόνο να ασχοληθούν με τις εργασίες τους. Ήταν κάτι ιδιαίτερο και τιμητικό το κάλεσμα εκείνο. Δεν το κατάλαβαν. Δεν εννόησαν την ιδιαιτερότητα και την τιμή της προσκλήσεως. Δεν έδωσαν την πρέπουσα σημασία και βαρύτητα. Προτίμησαν τα συνηθισμένα, τα βιοτικά και όχι το κάτι άλλο, το ανώτερο. Γι᾿ αυτό αρνήθηκαν να λάβουν μέρος.
Και σήμερα; «Δεν ευκαιρώ λένε πολλοί… έχω εργασία… έχω οικογένεια… Τώρα πρέπει να εργασθώ… αργότερα βλέπουμε… Έχω καιρό άλλωστε, δεν γέρασα…».
Με την τακτική όμως αυτή, ποτέ ίσως δεν θα βρω καιρό. Η εργασία, ο γάμος και η οικογένεια δεν μας εμποδίζουν από τη συμμετοχή μας στη ζωή της Εκκλησίας. Η εργασία και η οικογένεια είναι από τον Θεό δοσμένα και είναι μέσα προς καταρτισμό και σωτηρία. Δεν έρχεται σε αντίθεση η χριστιανική ζωή, με το επάγγελμα, το εμπόριο και τον γάμο. Μόνο η αμαρτία εμποδίζει. Έτσι άλλοι από άγνοια η αμέλεια, άλλοι παρασυρμένοι από την αμαρτωλή ζωή, από κάποιο πάθος δεν συμμετέχουν στο Ποτήριο της ζωής, για να αντλήσουν δυνάμεις στον πνευματικό τους αγώνα.
Πολλοί έχουν χρόνια, από παιδιά, να κοινωνήσουν. Αν ήξεραν τι χάνουν αυτοί οι Χριστιανοί! Τι δυστυχία πραγματική είναι η στέρηση της Θ. Κοινωνίας!
Αλλά αν δεν μπορεί να υπάρχει βιολογική ζωή χωρίς την υλική τροφή, πολύ περισσότερο δεν μπορεί να υπάρχει πνευματική ζωή, χωρίς τη συμμετοχή μας στο Ποτήριο της ζωής. Το είπε καθαρά ο Κύριος.
«Ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς».
Θα αισθανθούμε την ιδιαίτερη τιμή που μας γίνεται και θα προσπαθούμε να συμμετέχουμε συχνότερα και αληθινά στο μεγάλο Δείπνο;
Πηγή: Περιοδικό ΖΩΗ, τεύχος Δεκεμβρίου 2020