Η υπερνίκηση της αμφιβολίας

Το κλειδί για να ανοίξουν οι πόρτες που κάθε τόσο φράζουν το δρόμο της ζωής μας, μην το ζητάμε αλλού. Εμείς το έχουμε. Το κλειδί αυτό είναι η πίστη. Η πίστη η δική μας, συνειδητή, προσωπική, στην παντοδυναμία του Θεού…


«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων· διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρὸς σέ, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ῥήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ’ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ’ ἡμᾶς. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ· τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφὸν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. καὶ κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτόν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. ὁ δὲ Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτόν κατ’ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ· ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται».

«Εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς»

Τι αμφιβολία και τι απόγνωση κρύβεται πίσω από τα λόγια αυτά του πατέρα του Ευαγγελίου!

«Ἐὰν μπορῆς, κάμε κάτι… Αλλιώς… Τι να εξιστορώ πάλι τα βάσανά μου; Και μόνο να τα λέω, σπαράζεται η καρδιά μου». Ερχόταν στον Χριστό ο δυστυχής, αλλά χωρίς εμπιστοσύνη.

Ο δισταγμός και η αμφιβολία κυριαρχούσαν στην καρδιά του. Και κυριαρχούν δυστυχώς τόσο συχνά στις καρδιές των ανθρώπων!

Η αμφιβολία

Συχνά απλώνεται και στις δικές μας ψυχές! Κάποτε μάλιστα ακόμα πιο βαριά. Ο δύστυχος εκείνος πατέρας, έτρεξε τουλάχιστον να ζητήσει βοήθεια από τον Χριστό στη φοβερή του θλίψη. Ενώ πολλοί από μας ούτε καν σκεπτόμαστε να απευθυνθούμε στον Σωτήρα στις δυσκολίες, στην αρρώστια, στον πόνο μας.

Κάπου κάπου μάλιστα η αμφιβολία μας καταντά σε παροξυσμό απιστίας: «Θεέ μου, επί τέλους, αν υπάρχεις, βοήθησε. Ο πόνος με λιώνει. Οι δόλιοι επικρατούν, οι κακοί με ποδοπατούν. Κοίταξε τις αδικίες, τα μίση, τους σπαραγμούς μας που μας βυθίζουν στο πέλαγος της απελπισίας. Αν υπάρχεις, γιατί σιωπάς;»

Πόσο σκοτίζει τη σκέψη και την καρδιά η αμφιβολία! Της κλείνει τον ορίζοντα, της νεκρώνει την ελπίδα.

Αλλά θα παρατηρήσουν μερικοί: «Το ξέρουμε πως δεν μας ταιριάζει η αμφιβολία. Τι να κάνουμε όμως για να λυτρωθούμε από αυτή;»

Η υπερνίκηση

Αυτή, υπάρχει στη σημερινή ευαγγελική ιστορία. Ο Κύριος είπε στον πατέρα: «Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι». Το ζήτημα δεν είναι αν εγώ μπορώ να θεραπεύσω το παιδί σου. Αλλά εάν εσύ μπορείς να πιστέψεις. Αν γίνει αυτό, αν πιστέψεις, όχι μόνο μπορεί να γίνει «κάτι», αλλά το παν. Ας προσέξουμε το σημείο αυτό. Το κλειδί για να ανοίξουν οι πόρτες που κάθε τόσο φράζουν το δρόμο της ζωής μας, μην το ζητάμε αλλού. Εμείς το έχουμε. Εμείς το πετάξαμε στη σκοτεινή γωνιά των δισταγμών μας… Το κλειδί αυτό είναι η πίστη. Η πίστη η δική μας, συνειδητή, προσωπική, στην παντοδυναμία του Θεού. Αυτή πρέπει να ισχυροποιηθεί και να πάρει στη ζωή μας την κεντρική θέση που της αρμόζει. Ο πατέρας αναλογίζεται τα λόγια του Κυρίου. Σκέπτεται τα τόσα Του θαύματα. Όμως όσοι θεραπεύθηκαν πίστευαν… Και με μια ύστατη προσπάθεια απελευθερώνεται από τη σκλαβιά της απιστίας. «Πιστεύω»,  φωνάζει. «Πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ».

Το ίδιο ας φωνάξουμε κι εμείς όταν κλονιζόμαστε με τις διάφορες δυσκολίες. Στην αρρώστια, στην αποτυχία, στις θλίψεις, στις απογοητεύσεις μας. «Βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Αρχίζω να πιστεύω. Πότισε Συ με τη χάρη σου, θέρμανε με την πνοή του Αγίου Πνεύματος το σπόρο της πίστεως στην ψυχή μου. «Πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Και τότε, σίγουρα ο Θεός θα ανταποκριθεί σε μια τέτοια στάση ειλικρινή. Θα ακούσει την ικεσία μας. Και αν ακόμα η πίστη μας δεν είναι όσο πρέπει θερμή, θα μας δώσει αυτό που ζητάμε, ώστε να μπορέσουμε να βεβαιωθούμε ότι «Πάντα δυνατά τω πιστεύοντι».

Όπως είδαμε στην περίπτωση του πατέρα. Ο Κύριος λύτρωσε το δύστυχο νέο από την εξουσία των δαιμόνων και τον χάρισε στον πατέρα του υγιή.

Πηγή: Περιοδικό ΖΩΗ, τεύχος Απριλίου 2022

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *