Για να συναντήσουμε τον Ιησού

Ο πόνος της Χαναναίας έχει οργώσει την καρδιά της. Τα δάκρυα, που άφθονα τρέχουν από τα μάτια της τόσα χρόνια, έχουν οδηγήσει την ψυχή της σε μια αναζήτηση του Ιησού. Η στάση της έρχεται να μας τονίσει δύο βασικά πράγματα για όσους επιθυμούν να πλησιάσουν τον Θεό και να πάρουν μια απάντηση για κάποιο πρόβλημά τους…


«Ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. Καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγασεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. Καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ. Ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. Ἡ δὲ εἶπε· ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! Γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. Καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης».

«Γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγασεν αὐτῷ»

Ο πόνος έχει οργώσει την καρδιά της. Τα δάκρυα, που άφθονα τρέχουν από τα μάτια της τόσα χρόνια, έχουν οδηγήσει την ψυχή της σε μια αναζήτηση του Ιησού. Και ο καθημερινός της σπαραγμός για το άρρωστο παιδί της, τρέφει συνεχώς την κρυφή ελπίδα της πως κάποτε θα συναντήσει τον μεγάλο Λυτρωτή. Πως, λοιπόν, να μην τρέξει κοντά του, να μη φωνάξει πίσω του, όταν ακούει ότι πλησιάζει προς τη χώρα της; Η στάση της Χαναναίας έρχεται να μας τονίσει δύο βασικά πράγματα για όσους επιθυμούν να πλησιάσουν τον Θεό και να πάρουν μια απάντηση για κάποιο πρόβλημά τους.

Χρειάζεται μια έξοδος

Εάν πράγματι θέλουμε να πλησιάσουμε τον Ιησού, εάν αληθινά και πολύ βαθιά πιστεύουμε ότι ο Ιησούς είναι το μόνο πρόσωπο, που μπορεί να οδηγήσει τη ζωή μας, και ακόμη, εάν πιστεύουμε ότι έχει κάποιο λόγο να πει για τα προβλήματα που καίνε και πυρπολούν την καρδιά μας, χρειάζεται να κάνουμε μια έξοδο. Την έξοδο, που έκανε η Χαναναία. Εκείνη, όταν άκουσε ότι ο Ιησούς πλησιάζει, «ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐξελθοῦσα…» μας λέει ο Ευαγγελιστής, αφού εξήλθε, αφού βγήκε έξω από τη χώρα της, είδε τον Ιησού και έτρεξε κοντά του.
Ποια όμως είναι αυτή η χώρα, από την οποία πρέπει να εξέλθουμε; Θα το δούμε αν σκεφθούμε που βρίσκεται ο Ιησούς και που δεν βρίσκεται. Ο Ιησούς δεν βρίσκεται μακριά, στους ουρανούς. Είναι «πανταχοῦ παρὼν» και γεμίζει με την θεία του παρουσία τα πάντα. Ο Ιησούς δεν υπάρχει εκεί που υπάρχει η αμαρτία. Δεν υπάρχει στις περιοχές εκείνες που κυριαρχεί η αμετανόητη κακότητα και μοχθηρία, εκεί που οι άνθρωποι «λαλοῦν ψεῦδος καὶ ἀγαποῦν ματαιότητα» (Ψαλμ. δ´ 2), εκεί που οι άνθρωποι λατρεύουν την σάρκα και το χρήμα για θεό τους. Από αυτές τις περιοχές πρέπει να φύγει, να «ἐξέλθη» εκείνος που θέλει να δεί και συναντήσει τον Ιησού.

Και οι περιοχές αυτές δεν είναι περιμαντρωμένες με πέτρες και ξύλα. Είναι περιοχές που καλύπτουν κάποιο μέρος της καρδιάς μας. Οι περιοχές της αμαρτίας βρίσκονται μέσα στην ίδια την ύπαρξή μας. Και η έξοδός μας είναι μία έξοδος από τον πονηρό και ακάθαρτο αμαρτωλό εαυτό μας. Για να πλησιάσουμε τον Ιησού, τον άγιο Κύριό μας, είναι απαραίτητο να απεκδυθούμε τον άνθρωπο της αμαρτίας. «Ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις αὐτοῦ» θα μας πεί ο απόστολος Παύλος (Κολ. γ´ 9). Αυτή η «απέκδυση» των παθών της αμαρτίας, είναι βασικό στοιχείο για να πλησιάσουμε τον Ιησού. Είναι η έξοδός μας από την περιοχή μακριά από τον Θεό και η είσοδός μας προς την περιοχή κοντά στον Θεό. Είναι ακριβώς η έξοδος της Χαναναίας, που «ἐξῆλθεν ἀπὸ τῶν ὁρίων» της χώρας της προς τον Ιησού.

Χρειάζεται δυνατή κραυγή

Η Χαναναία όμως δεν περιορίστηκε μόνο σ’ αυτό. Προχώρησε σ’ ένα δεύτερο βασικό σημείο. Έκανε το επόμενο βήμα: «Ἐκραύγασεν αὐτῷ».

Η λέξη κραυγάζω σημαίνει φωνάζω δυνατά. Η Χαναναία εκραύγασε προς τον Ιησού και ταυτόχρονα τον ακολούθησε. Έκανε μια πορεία προς αυτόν. Δεν εξήλθε απλώς από τα σύνορα της χώρας της. Δεν έμεινε εκεί σε μιάν άκρη του δρόμου σιωπηλή κοιτάζοντας τον Ιησού. Όταν τον είδε, όταν αντιλήφθηκε ότι βρίσκεται κάπου κοντά της, φώναξε με όλη τη δύναμή της. Έτρεξε κοντά του και ζήτησε με επιμονή να την ακούσει και να της δώσει αυτό που λαχταρούσε.

Μια τέτοια πορεία με κραυγή χρειάζεται να κάνουμε προς τον Κύριο. Μια κραυγή με όλη μας τη δύναμη. Σαν τον ναυαγό που κινδυνεύει να καταποντιστεί στη μανιασμένη θάλασσα και κραυγάζει δυνατά «βοήθεια»! Να δούμε τον Ιησού σαν το μόνο πρόσωπο που μπορεί να μας βοηθήσει, να μας σώσει, να μας οδηγήσει στο γαλήνιο λιμάνι του, στην ασφάλεια της Βασιλείας του, να μας ελευθερώσει από τα άγρια κύματα της ζωής με τις πύρινες φλόγες της. Και να του φωνάζουμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας: «Κύριε σῶσον με»! Η κραυγή μας αυτή μας πλησιάζει κοντά του. Στρέφει την ύπαρξή μας ολόκληρη προς το πρόσωπό του και κατευθύνει τη ζωή μας προς αυτόν. Το ακόμα σπουδαιότερο, μεταβάλλει την πορεία της ζωής μας, μας δίνει νέο προσανατολισμό και μας εισάγει στη ζωή του Χριστού, στη χώρα του Θεού, στην περιοχή εκείνη που βρίσκεται και εξουσιάζει ο Θεός.

Η εποχή μας κατόρθωσε να πνίξει τον άνθρωπο όχι μόνο ανάμεσα στα τσιμέντα και τα σίδερα, αλλά και μέσα στους καπνούς και τις αναθυμιάσεις της σαρκολατρίας και του ηδονισμού. Τον έθαψε μέσα στην νεοειδωλολατρία της ύλης. Του αποξήρανε κάθε ικμάδα πνευματική και του αφαίρεσε κάθε ουράνιο στολίδι. Για να γίνουμε και πάλι άνθρωποι, ας κάνουμε μια μεγάλη προσπάθεια. Μια προσπάθεια καθημερινή, δυνατή, για να βγούμε έξω από όλον αυτό τον συρφετό της εποχής μας, να δούμε το γλυκό φως του Ιησού μας, να λουστούμε μέσα σ’ αυτό, να αναπνεύσουμε μέσα στην καθαρότητα και την αγιότητα της δικής του αγάπης.

Πηγή: Περιοδικό ΖΩΗ, τεύχος Φεβρουαρίου 2022

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *