Οἱ νέοι ἄνθρωποι συνηθίζουν στὶς ἡμέρες μας νὰ ζοῦν μέσα στὴν ἀσχήμια…
Ἀπουσία τοῦ κάλλους
Οἱ νέοι ἄνθρωποι συνηθίζουν στὶς ἡμέρες μας νὰ ζοῦν μέσα στὴν ἀσχήμια. Ἀπὸ τὰ παιδικά τους χρόνια βλέπουν ἑκατοντάδες ἀσχήμιες στὴν ζωή τους: ἀσχήμιες στὴν τηλεόραση καὶ τὶς νέες τεχνολογίες (διαδίκτυο, κινητὰ τηλέφωνα)· ἀσχήμιες στὰ θρανία καὶ στοὺς τοίχους τῶν σχολείων· ἀσχήμιες στοὺς τοίχους καὶ σὲ κάθε ἐλεύθερη ἐπιφάνεια τῶν δημοσίων καὶ ἰδιωτικῶν κτηρίων. Καὶ ἄλλες ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἀσχήμιες τὶς ὀνομάζει ἡ «διανόηση» τῆς ἐποχῆς μας «τέχνη» (ὅπως τὸ γκράφιττυ καὶ τὸ τάγγινγκ), ἄλλες τὶς ὀνομάζει «ἐλευθερία ἔκφρασης» (ὅπως τὰ ἄσχημα καὶ ἀντιαισθητικὰ θεάματα), ἄλλες τὶς χρήζει «πρωτοπορία» καὶ «πρόοδο» (ὅπως τὴν χυδαία γυμνότητα καὶ τὸν στιγματισμὸ τοῦ σώματος μὲ τὰ τατουὰζ καὶ τὰ πίρσινγκ). Ἔφηβες κοπέλες συναγωνίζονται στὸ μακιγιὰζ καὶ στὸ βάψιμο τῶν μαλλιῶν τους τὶς μεγαλύτερες καὶ ἡλικιωμένες, ἀγνοῶντας ὅτι ἡ νεανικότητα καὶ ἡ ἀνεπιτήδευτη ὀμορφιὰ δὲν χρειάζονται βοηθήματα καὶ προβολή. Ἡ αἰσθητικὴ καὶ ἠθικὴ ἀσχήμια φαίνεται νὰ μονοπωλοῦν τὰ βλέμματα τῶν ἀνθρώπων.
Θαυμασμὸς τοῦ κάλλους
Ἡ τάση αὐτὴ ἐξηγεῖται ὡς μιὰ ἀνεπίγνωστη μέν, λανθασμένη δέ, προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νὰ γευθεῖ τὸ κάλλος, τὴν αὐθεντικὴ ὀμορφιά. Οἱ ἄνθρωποι ἀγνοοῦν τὴν πραγματικὴ ὀμορφιὰ καὶ θεωροῦν ὡς τέτοια τὴν προβαλλόμενη ὡς μόδα κάθε ἐποχῆς. Ὁ Ἑλληνισμὸς ὡς πολιτισμὸς εἶχε διαχρονικὰ σὲ μεγάλη ἐκτίμηση τὸ κάλλος. Πρότυπο τῆς ἀρχαιότητος ὑπῆρξε «ὁ καλὸς κἀγαθὸς πολίτης» (= ὄμορφος σωματικὰ καὶ ἠθικά). Μὲ τὰ ἀγάλματα θεῶν καὶ ἀνθρώπων τόνιζε τὴν σημασία τοῦ ὄμορφου ἀνθρωπίνου σώματος, ποὺ ἔφερνε ἀγαλλίαση στὸν θεατή (ἄγαλμα, προερχόμενο ἐκ τοῦ ἀγάλλομαι). Οἱ περικαλλεῖς ναοὶ ὑπογράμμιζαν τὸ κάλλος τοῦ θείου. Τὸ ἴδιο συνεχίσθηκε καὶ στὴν βυζαντινὴ περίοδο. Ἡ κλίμακα τῶν ἀρετῶν ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους στὸ «ἀκρότατον κάλλος», στὸν Θεό. Οἱ εἰκόνες τῶν ναῶν ἀντικατοπτρίζουν τὸ «ἀρχαῖον κάλλος» (πρὸ τῆς πτώσεως) τῶν θεωμένων ἀνθρώπων, τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Φιλοκαλία
Στὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας φιλόκαλοι μοναχοί, οἱ ἐπωνομασθέντες ὑποτιμικὰ Κολλυβᾶδες, συνέταξαν (κυριολεκτικὰ περισυνέλεξαν καὶ ἐξέδωσαν) τὴν περίφημη Φιλοκαλία. Ἡ Φιλοκαλία εἶναι μιὰ συλλογὴ πνευματικῶν βιβλίων ποὺ συνεγράφησαν σὲ διάφορες ἐποχὲς καὶ μποροῦν νὰ βοηθήσουν τὸν ἀσκούμενο χριστιανὸ (μοναχὸ καὶ λαϊκό) νὰ προσεγγίσει τὸ θεῖο κάλλος· νὰ βιώσει τὴν παρουσία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στὴν καθ’ ἡμέραν ζωή του. Ὁ τίτλος τῆς συλλογῆς εἶναι περιγραφικός: φιλία τοῦ κάλλους, ἀγάπη τῆς ὀμορφιᾶς τοῦ Θεοῦ. Τὴν συλλογὴ τῆς Φιλοκαλίας ἔκαναν στὰ 1782 οἱ ἅγιοι Μακάριος Νοταρᾶς, ἐπίσκοπος Κορίνθου, καὶ Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ἡ πρώτη μορφὴ τῆς Φιλοκαλίας, μιᾶς συλλογῆς πνευματικῶν κειμένων, εἶχε γίνει μὲ ἀνθολόγηση ἀπὸ τὰ γραπτὰ τοῦ Ὠριγένη ἀπὸ τοὺς ἁγίους Βασίλειο καὶ Γρηγόριο Ναζιανζηνό, τὰ χρόνια τῆς ἀσκήσεώς τους στὸν Πόντο, τὸν 4ο αἰῶνα.
Φιλοκαλία καὶ φιλοθεΐα
Θὰ ἀναρωτηθεῖ, ἴσως, ὁ σημερινὸς νέος: «τί σχέση ἔχει ἡ ὀμορφιά, τὸ κάλλος, μὲ τὸν Θεό;». Ἡ ἀσχήμια (ἠθικὴ καὶ αἰσθητική) ποὺ μᾶς περιβάλλει εἶναι ὁ καρπὸς τῆς σκοτώσεως τοῦ νοῦ καὶ τῆς ρυπαρότητας τῆς καρδιᾶς μας. Ἀντιθέτως ἡ ὀμορφιὰ ἀντικατοπτρίζει τὸ κάλλος καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ «ὡραῖος κάλλει παρὰ πάντας βροτούς», ὁ «Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας». Στὸ εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου διαβάζομε ὅτι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, «ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν» (Ἰω. 1:19), ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι «ἠγάπησαν τὸ σκότος μᾶλλον ἢ τὸ φῶς· ἦν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα» (Ἰω. 3: 19). Ὅταν τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ φωτίζει τὴν ψυχὴ καὶ τὸν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τότε αὐτὸς βλέπει τὸ κάλλος καὶ τὴν ὀμορφιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δημιουργίας Του, τὰ προσεγγίζει καὶ τὰ βιώνει. Ὁ Φιοντὸρ (Θεόδωρος) Ντοστογιέφσκυ εἶχε διακηρύξει ἐμφαντικά: «ἡ ὀμορφιὰ θὰ σώσει τὸν κόσμο». Αὐτὴν τὴν σωτηρία (ἀπὸ τὴν ἀσχήμια τῆς ἁμαρτίας) προσφέρει ἡ Φιλοκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ γι’ αὐτὸ μελετᾶται καὶ βιώνεται ἐπὶ αἰῶνες τώρα τὸ περιεχόμενό της ἀπὸ τοὺς ἀσκουμένους χριστιανούς, μοναχοὺς καὶ λαϊκούς.
Επιμέλεια: Ἰ.Κ.Ἀγγελόπουλος, Παρεμβολή, τ. 109