Στὴν γνωστὴ σὲ ὅλους μας παραβολὴ τοῦ Σπορέως ὁ Κύριος ἐπισημαίνει ὅτι ἕνα μέρος ἀπὸ τὸν σπόρο ἔπεσε «ἐπὶ τὴν πέτραν καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα» (Λουκ. 8: 6). Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καὶ μὲ πολλοὺς χριστιανοὺς νέους: ξεκινοῦν μὲ ἐνθουσιασμὸ τὴν χριστιανικὴ ζωή, ἀλλὰ πολὺ γρήγορα ἀποθαρρύνονται καὶ συχνὰ ἐγκαταλείπουν τὸν ἀγώνα τους, ὑποκύπτοντας στοὺς διαφόρους πειρασμοὺς καὶ τὶς προκλήσεις τῆς ἐποχῆς. Κατὰ κάποιον τρόπο «ξεραίνονται» ὅπως τὰ φυτὰ ἀπὸ τὸν καύσωνα τῶν παθῶν.
Γιὰ ἕναν νέο ποὺ ζεϊ στὸν σύγχρονο δυτικὸ κόσμο οἱ συνηθισμένοι πειρασμοί του εἶναι οἱ προερχόμενοι ἀπὸ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν του. Ἰδιαιτέρως σὲ μιὰ κοινωνία ποὺ ἔχει εἰδωλοποιήσει τὴν ἡδονὴ ἡ ἱκανοποίησή της εἶναι σχεδὸν μονόδρομος. Ὠθεῖται (ἢ καὶ ἐξωθεῖται πολλὲς φορές) ὁ νέος σὲ μία «καταναγκαστικὴ» ἀπόλαυση τῶν ἡδονῶν. Τὸ «θέλω» ὑηερτερεῖ τοῦ «πρέπει». Κατακλύζεται, συνεχῶς, ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος ἀπὸ πληθώρα εἰκόνων καὶ ἐρεθισμάτων ποὺ τοῦ ἀναμοχλεύουν πάθη καὶ ἐπιθυμίες τῆς «σαρκός», δηλαδὴ τοϋ αὐτονομημένου ἀνθρώπου ποὺ ζεῖ ἀντίθετα ἀπὸ τὰ κελεύσματα τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Ὁδηγεῖται ἔτσι συχνὰ ὁ νέος (ἀλλὰ καὶ ὁ μεγαλύτερης ἡλικίας ἄνθρωπος) νὰ καταντᾶ δοῦλος ἐμπαθῶν ἕξεων καὶ παθῶν. Ὅπως γράφει καὶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος «ᾧ τις ἤττηται, τούτῳ καὶ δεδούλωται» (Β’ Πέτρ. 2: 19). Σταδιακὰ ὁ ἄνθρωπος καθίσταται χειρότερος ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα, τὰ ὁποῖα ζοῦν καὶ ἐνεργοῦν μὲ μοναδικὸ κίνητρο τὰ ἔνστικτά τους. «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκεν παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὠμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48: 13).
Ἡ ἀντιμετώπιση τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν προκλήσεων τῆς ἁμαρτίας γίνεται μὲ τὴν συνεργασία ἀφ’ ἑνὸς τῆς θελήσεως καὶ τοῦ ἀγῶνος τοῦ πιστοῦ καὶ ἀφ’ ἑτέρου μὲ τὴν χορηγούμενη ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ Ἐκκλησία θεία Χάρη. Ὁ χριστιανὸς νέος ἀποφεύγει (ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπὸ αὐτόν) τὶς αἰτίες καὶ τὶς ἀφορμὲς τῶν πειρασμῶν καὶ συγχρόνως ἀξιοποιεῖ τὰ ὅπλα τῆς Χάριτος στὴν καθημερινὴ ζωή του.
Ἡ ἱστορία καὶ ἡ πεῖρα τῶν ἁγίων μας, μᾶς διδάσκουν ὅτι «οὗ δὲ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ Χάρις» (Ῥωμ. 5: 20). Ἡ Π. Διαθήκη, μάλιστα, μᾶς ἀναφέρει ἕνα περιστατικὸ μὲ τρεῖς νέους, πιστοὺς στὸν ἀληθινὸ Θεό, τοὺς ὁποίους ἔθεσαν μέσα σὲ ἕνα πυρακτωμένο καμίνι ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ προσκυνήσουν τὰ εἴδωλα, τὴν ἐποχὴ τῆς βαβυλώνιας αἰχμαλωσίας τῶν Ἰουδαίων. Τὸ θαυμαστὸ ἦταν ὅτι μέσα σ’ αὐτὸ τὸ καμίνι οἱ τρεῖς νέοι δοξολογοῦσαν τὸν Θεὸ καὶ ἐδροσίζοντο ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Ἀγγέλου τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τοῦ ἄσαρκου ἄκομη Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ (Βλ. Δαν. 3: 49-50, 25: «ἄγγελος δὲ Κυρίου συγκατέβη ἅμα τοῖς περὶ τὸν Ἀζαρίαν εἰς τὴν κάμινον καὶ ἐξετίναξε τὴν φλόγα τοῦ πυρὸς ἐκ τῆς καμίνου καὶ ἐποίησε τὸ μέσον τῆς καμίνου ὡσεὶ πνεῦμα διασυρίζον, καὶ οὐχ ἤψατο αὐτῶν καθόλου τὸ πῦρ καὶ οὐκ ἐλύπησε καὶ οὐ παρηνώχλησεν αὐτούς… ἰδοὺ ἐγὼ ὁρῶ ἄνδρας τέσσαρας λελυμένους καὶ περιπατοῦντας ἐν μέσῳ τοῦ πυρός, καὶ διαφθορὰ οὐκ ἔστιν ἐν αὐτοῖς, καὶ ἡ ὅρασις τοῦ τετάρτου ὁμοία υἱῷ Θεοῦ»).
Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ καλοκαιριοῦ, μὲ τὴν χαλάρωση ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς καθημερινότητος, αὐξάνονται καὶ οἱ πειρασμοὶ ποὺ δεχόμαστε. Τὸ περιστατικὸ μὲ τοὺς τρεῖς παῖδες στὸ καμίνι μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ στενὴ σχέση μας μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ εἶναι τὸ καλύτερο ὅπλο γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν πειρασμῶν. Ὁ «λίβας» τῶν καλοκαιρινῶν πειρασμῶν καὶ προκλήσεων δὲν μᾶς «καίει», ἐπειδὴ μᾶς σκεπάζει ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου καὶ ἡ προστασία τῶν ἁγίων μας.
Ἰωάννου Κ. Ἀγγελοπούλου
πηγή: Παρεμβολὴ τεῦχος 101